οκνηρός

οκνηρός
-ή, -ό (Α ὀκνηρός, -ά, -όν)
αυτός που αποφεύγει την εργασία και κάθε δραστηριότητα, ακαμάτης, τεμπέλης
1. αυτός που διστάζει, ιδίως από φόβο, άτολμος, δειλός
2. νωθρός, βραδυκίνητος
3. (για πράγματα ή για καταστάσεις) δυσάρεστος, ενοχλητικός («ἡμῑν μὲν... ταῡτ' ὀκνήρ'», Σοφ.).
επίρρ...
οκνηρώς και -ά (Α ὀκνηρῶς)
με απροθυμία, με τεμπελιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄκνος (Ι) «δισταγμός» + κατάλ. -ηρός (πρβλ. κοπ-ηρός, νοσ-ηρός, τολμηρός)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ὀκνηρός — shrinking masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οκνηρός — ή, ό απρόθυμος, οκνός, νωθρός, ακαμάτης, τεμπέλης …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ὀκνηρά — ὀκνηρός shrinking neut nom/voc/acc pl ὀκνηρά̱ , ὀκνηρός shrinking fem nom/voc/acc dual ὀκνηρά̱ , ὀκνηρός shrinking fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀκνηρότερον — ὀκνηρός shrinking adverbial comp ὀκνηρός shrinking masc acc comp sg ὀκνηρός shrinking neut nom/voc/acc comp sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀκνηροτέρων — ὀκνηρός shrinking fem gen comp pl ὀκνηρός shrinking masc/neut gen comp pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀκνηροτέρως — ὀκνηρός shrinking adverbial comp ὀκνηρός shrinking masc acc comp pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀκνηρῶν — ὀκνηρός shrinking fem gen pl ὀκνηρός shrinking masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀκνηρόν — ὀκνηρός shrinking masc acc sg ὀκνηρός shrinking neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀκνηρότατον — ὀκνηρός shrinking masc acc superl sg ὀκνηρός shrinking neut nom/voc/acc superl sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀκνηραί — ὀκνηρός shrinking fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”